Τριμ. Εφετ. Πλημ. Πειραια 426/2022 Στην περίπτωση του εγκλήματος της χρεοκοπίας (άρθρο 171 του ν. 3588/2007) στη σχετική ποινική δίκη έχει δικαίωμα καθένας από τους πιστωτές του πτωχεύσαντος να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων και να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης…

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στην περίπτωση του εγκλήματος της χρεοκοπίας (άρθρο 171 του ν. 3588/2007) στη σχετική ποινική δίκη έχει δικαίωμα καθένας από τους πιστωτές του πτωχεύσαντος να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων και να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δοθέντος ότι η αξίωση αυτή, κατά το άρθρο 932 του ΑΚ, δεν περιλαμβάνεται, λόγω της φύσεως της, μεταξύ των απαιτήσεων, οι οποίες αφορούν την πτωχευτική περιουσία. Στις διατάξεις του  άρθρου 171 του προϊσχύσαντος ν. 3588/2007 και του άρθρου 197 του ήδη ισχύοντος ν. 4738/2020, που αφορούν στην αξιόποινη πράξη της χρεοκοπίας, προβλέπεται η ίδια ποινική μεταχείριση για τον κατηγορούμενο για την πράξη αυτή, κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ΠΚ, εφαρμόζεται ο  ν. 3588/2007, που ίσχυε κατά το φερόμενο χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης για την οποία κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι.

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

Αριθ. αποφ. 426/2022

 

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

Του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς

Συνεδρίαση της 9ης Μαΐου 2022

 

ΣΥΝΘΕΣΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ ΠΡΑΞΗ
Ιωάννης ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ 

Πρόεδρος Εφετών

νομίμως ορισθείς με απόφαση της Ολομέλειας του Εφετείου Πειραιώς (άρθρο 93 Ν. 4139/2013) και κληρωθείς [άρθρο 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν.1756/1988, όπως ισχύει)].

 

Χαρίκλεια ΣΑΡΑΜΑΝΤΗ

Ελένη ΣΚΡΙΒΑΝΟΥ

Εφέτες

νομίμως κληρωθείσες [άρθρο 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν. 1756/1988, όπως ισχύει)].

 

Νικόλαος ΦΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Αντεισαγγελέας Εφετών

νομίμως κληρωθείς [αρθρ. 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν. 1756/1988 όπως ισχύει)].

 

Β. Κ.

Γραμματέας

 

 

1.    …………

2.    …………

3.    …………

4.     …………

ΑΠΟΝΕΣ

(εκπροσωπούμενοι από πληρεξούσιο δικηγόρο)

 

 

1. Παράβαση αρ.171 παρ.1 περ. η και 2 του Ν.3588/2007 από κοινού

 

2. Άμεση συνέργεια στην ανωτέρω πράξη

 

 

 

 

    ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Κάθε έγκλημα αποτελεί συνήθως και αδικοπραξία του αστικού δικαίου που γεννά για τον υπαίτιο υποχρέωση αποζημίωσης, κατά τα άρθρα 914 επ. του ΑΚ, είτε για την υλική ζημία, είτε για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Οι ζημιωθέντες από το έγκλημα υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος ΚΠοινΔ μπορούσαν να επιδιώξουν την αποκατάσταση της υλικής ζημίας τους και της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης και ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων παριστάμενοι ως πολιτικοί ενάγοντες, κατόπιν σχετικής δηλώσεως. Αυτή η δυνατότητα δεν παρέχεται πλέον υπό τον νυν ισχύοντα ΚΠοινΔ (ν. 4620/2019), κατά τον οποίο υφίσταται «παράσταση του ζημιωθέντος μόνο για την υποστήριξη της κατηγορίας» και όχι προς επιδίκαση κάποιου ποσού αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης, το οποίο θα ζητείται πλέον στα πολιτικά δικαστήρια. Ωστόσο, στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 588 παρ. 3 του νέου ΚΠοινΔ ορίζεται ότι «Αστικές αξιώσεις που έχουν εισαχθεί σε ποινικά δικαστήρια παραπέμπονται υποχρεωτικά ως ανεκκαθάριστες στα πολιτικά δικαστήρια, εκτός αν έχουν επιδικαστεί, οπότε ως προς αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του καταργούμενου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας». Από την προαναφερθείσα διάταξη συνάγεται ότι σε περίπτωση που είχε γίνει δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου ποινικού δικαστηρίου και είχε επιδικασθεί σχετική χρηματική ικανοποίηση, σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος ΚΠοινΔ, κατά τη μεταγενέστερη εκδίκαση της ίδιας υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, μετά την άσκηση εφέσεως κατά της ανωτέρω πρωτόδικης αποφάσεως, θα εφαρμοσθούν οι σχετικές διατάξεις του προϊσχύσαντος ΚΠοινΔ.

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 82-84 και 87 του προϊσχύσαντος ΚΠοινΔ, οι οποίες εφαρμόζονται στην υπό κρίση υπόθεση, ενόψει του ότι ίσχυαν κατά την πρωτόδικη δίκη που εισήχθη και επιδικάσθηκε η αντίστοιχη αστική αξίωση, συνάγεται ότι την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος στην ποινική διαδικασία αποκτά εκείνος που δήλωσε νομότυπα σχετική παράσταση, υπό την προϋπόθεση ότι αυτός δικαιούται, κατά το αστικό δίκαιο, να ζητήσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη. Ειδικότερα, τέτοιο δικαίωμα, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του ΑΚ, έχει όποιος υπέστη αμέσως ηθική βλάβη από την αξιόποινη πράξη που αποδίδεται στον κατηγορούμενο και όχι αυτός που ζημιώθηκε εμμέσως από αυτή. Ειδικότερα, στην περίπτωση του εγκλήματος της χρεοκοπίας (άρθρο 171 του ν. 3588/2007) στη σχετική ποινική δίκη έχει δικαίωμα καθένας από τους πιστωτές του πτωχεύσαντος να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων και να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δοθέντος ότι η αξίωση αυτή, κατά το άρθρο 932 του ΑΚ, δεν περιλαμβάνεται, λόγω της φύσεως της, μεταξύ των απαιτήσεων, οι οποίες αφορούν την πτωχευτική περιουσία (βλ. ΑΠ 1374/1987 ΠοινΧρ 1988 114). Εξάλλου, η δήλωση της παραστάσεως του πολιτικώς ενάγοντος πρέπει, κατά το άρθρο 84 του (προϊσχύοντος) ΚΠοινΔ να περιλαμβάνει συνοπτική έκθεση της υποθέσεως για την οποία δηλώνεται η παράσταση και τους λόγους στους οποίους στηρίζεται, δηλαδή αν πρόκειται για υλική ζημία ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Όμως, για το νομότυπο της εν λόγω παραστάσεως δεν είναι αναγκαίο να διαλαμβάνεται ο ιδιαίτερος τρόπος προκλήσεως της ηθικής βλάβης που είναι άμεσο αποτέλεσμα των περιγραφομένων γεγονότων που αποδίδονται στον κατηγορούμενο. Μάλιστα, η δήλωση αυτή όταν επαναλαμβάνεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν είναι αναγκαίο να περιέχει και όλα τα ως άνω στοιχεία, αφού κρίνεται στο πλαίσιο που διατυπώθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και κατά το μέτρο που έγινε δεκτή από αυτό (βλ. ΑΠ 2266/2002 ΠοινΧρ 2003 799). Επιπροσθέτως, το τελευταίο ενισχύεται και από τη διάταξη του άρθρου 502 παρ. 1 εδ. ε΄ του προϊσχύοντος ΚΠοινΔ κατά την οποία «… το κεφάλαιο της απόφασης για τις πολιτικές απαιτήσεις που προσβάλλεται από τον κατηγορούμενο ή από τον εισαγγελέα εξετάζεται από το εφετείο, και αν ακόμη δεν είναι παρών ο πολιτικώς ενάγων» (βλ. ΑΠ 1408/2013 ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, ο εγκαλών  ………  επανέλαβε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού τη δήλωση παράστασής του ως πολιτικώς ενάγοντος, την οποία είχε διατυπώσει και ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ζητώντας να του καταβληθεί, από καθένα των κατηγορουμένων, το ποσό που είχε επιδικασθεί πρωτοδίκως (44 ευρώ) ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη από την αξιόποινη πράξη για την οποία κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι, δηλαδή της χρεοκοπίας και της άμεσης συνέργειας σ’ αυτήν ως πιστωτής αυτών. Σημειωτέον ότι ο εγκαλών μπορεί να προβεί στην ανωτέρω δήλωση, ανεξαρτήτως του ότι δεν είχε αναγγελθεί ως πιστωτής  στο πλαίσιο της σχετικής πτώχευσης, ενόψει του ότι, όπως προεκτέθηκε, η αξίωση αυτή, κατά το άρθρο 932 του ΑΚ, δεν περιλαμβάνεται, λόγω της φύσεως της, μεταξύ των απαιτήσεων, οι οποίες αφορούν την πτωχευτική περιουσία. Επομένως, κατά τη σχετικώς αποδιδόμενη κατηγορία, υφίσταται άμεση ηθική βλάβη του εγκαλούντος – πολιτικώς ενάγοντος από την προαναφερθείσα αξιόποινη πράξη, κατά συνέπεια, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, αυτός δικαιούται να αξιώσει την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης από τους κατηγορουμένους. Εξάλλου, το ότι στη σχετική δήλωση του πολιτικώς ενάγοντος ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, δεν περιλαμβάνεται συνοπτική έκθεση της προκείμενης υποθέσεως, δεν έχει κάποια έννομη επιρροή, δοθέντος ότι αυτή αποτελεί επανάληψη της αντίστοιχης δήλωσης που διενεργήθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε στον πολιτικώς ενάγοντα την αιτηθείσα χρηματική ικανοποίηση (ποσού 44 ευρώ). Μάλιστα, ενόψει του ότι το κεφάλαιο της εκκαλούμενης αποφάσεως περί της πολιτικής αγωγής έχει προσβληθεί με την έφεση, το Δικαστήριο τούτο θα έπρεπε να εξετάσει αυτό, και στην περίπτωση που δεν ήταν παρών ο πολιτικώς ενάγων και δεν είχε επαναλάβει την ανωτέρω δήλωσή του, όπως προεκτέθηκε (άρθρο 502 παρ. 1 εδ. ε΄ του προϊσχύοντος ΚΠοινΔ, που εφαρμόζεται στην εν λόγω υπόθεση κατ’ άρθρο 588 παρ. 3 του νέου ΚΠοινΔ). Επομένως, ενόψει του ότι ο εγκαλών νομιμοποιείται να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων στην προκείμενη δίκη, πρέπει, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, να απορριφθεί ο ισχυρισμός που υπέβαλαν οι κατηγορούμενοι περί αποβολής του. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι το ζήτημα του εάν θα πρέπει να επιδικαστεί ή όχι η αιτηθείσα χρηματική ικανοποίηση, δηλαδή το εάν πραγματικά προκλήθηκε ηθική βλάβη στον εγκαλούντα – πολιτικώς ενάγοντα από την ανωτέρω αξιόποινη πράξη για την οποία κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι, δεν ασκεί έννομη επιρροή στη νομιμοποίηση της παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος, αλλά αποτελεί αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας της εν λόγω υποθέσεως.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του προϊσχύσαντος ΠΚ, «Αν από την τέλεση της πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν δύο ή περισσότεροι νόμοι, εφαρμόζεται αυτός που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις». Ανάλογου περιεχομένου είναι και η αντίστοιχη διάταξη του νέου Π.Κ. (ν. 4619/2019) ισχύοντος από 1-7-2019. Κατά την έννοια της ίδιας διάταξης, με την οποία καθιερώνεται η αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου ουσιαστικού ποινικού νόμου, που ίσχυσε από την τέλεση της πράξης μέχρι το χρόνο της αμετάκλητης εκδίκασης της υπόθεσης, ως επιεικέστερος νόμος θεωρείται εκείνος που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις, δηλαδή εκείνος, ο οποίος με την εφαρμογή του, βάσει των προβλεπομένων στη συγκεκριμένη περίπτωση προϋποθέσεων, επιφέρει την ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο ποινική μεταχείριση. Προς τούτο γίνεται σύγκριση των περισσοτέρων σχετικών διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται από καθεμιά από αυτές, έτσι ώστε να είναι πλέον σαφές, βάσει του νέου Π.Κ., ότι εφαρμόζεται πάντα η επιεικέστερη διάταξη και όχι ο νόμος ως ενιαίο «όλον». Αν από τη σύγκριση αυτή προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται, επιβαρύνεται το ίδιο από όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, διαφορετικά εφαρμόζεται ο νεότερος επιεικέστερος νόμος. Εξάλλου, στο άρθρο 171 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας», που προβλέπεται το έγκλημα της χρεοκοπίας (κατόπιν κατάργησης, σιωπηρώς, της διάταξη του άρθρου 398 του προϊσχύσαντος ΠΚ και της σχετικής διάκρισης μεταξύ απλής και δόλιας χρεοκοπία) ορίζεται ότι: «1. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, κατά την ύποπτη περίοδο ή και έξι (6) μήνες πριν ή και μετά την κήρυξη της πτώχευσης οποτεδήποτε: α) … η) ελαττώνει την κατάσταση της περιουσίας του με άλλον τρόπο ή παρασιωπά ή αποκρύπτει τις αληθινές δικαιοπρακτικές του σχέσεις. 2. Τιμωρείται επίσης, με τις ποινές της παραγράφου 1 και αυτός που με κάποια από τις πράξεις της παραγράφου 1 προκάλεσε την παύση των πληρωμών του. …». Επίσης, σύμφωνα με τα άρθρα 265 παρ. 1 και 308 του ν. 4738/2020 (όπως αυτά τροποποιήθηκαν με το άρθρο 38 παρ. 5 και 6 αντίστοιχα του ν. 4818/2021) ο ανωτέρω νόμος 3588/2007 καταργήθηκε από 1-3-2021. Ακόμη, στο άρθρο 197 του ήδη ισχύοντος ν. 4738/2020 υπό τον τίτλο «Χρεοκοπία» ορίζεται ότι «1. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, κατά την ύποπτη περίοδο, όπως αυτή προσδιορίζεται με την πτωχευτική απόφαση, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρο 81 ή και έξι (6) μήνες πριν ή και μετά την κήρυξη της πτώχευσης οποτεδήποτε: α. … η. ελαττώνει την κατάσταση της περιουσίας του με άλλον τρόπο ή παρασιωπά ή αποκρύπτει τις αληθινές δικαιοπρακτικές του σχέσεις. 2. Τιμωρείται επίσης, με τις ποινές της παρ. 1 και αυτός που με κάποια από τις πράξεις της παρ. 1 προκάλεσε την παύση των πληρωμών του». Ως εκ τούτου, στις προεκτεθείσες διατάξεις του  άρθρου 171 του προϊσχύσαντος ν. 3588/2007 και του άρθρου 197 του ήδη ισχύοντος ν. 4738/2020, που αφορούν στην αξιόποινη πράξη της χρεοκοπίας, προβλέπεται η ίδια ποινική μεταχείριση για τον κατηγορούμενο για την πράξη αυτή, κατά συνέπεια, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις πρέπει, στην προκειμένη υπόθεση να εφαρμοσθεί ο  ν. 3588/2007, που ίσχυε κατά το φερόμενο χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης για την οποία κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι (χρονικό διάστημα από Νοέμβριο 2014 έως 3-3-2015). Επομένως, ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων περί του ότι πρέπει να παύσει η σχετική ποινική δίωξη εις βάρος τους, επειδή, κατά τους ισχυρισμούς  τους, η εν λόγω αξιόποινη πράξη κατέστη ανέγκλητη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

  • ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων, περί αποβολής του παρισταμένου για την υποστήριξη της κατηγορίας και περί παύσεως της ποινικής δίωξης.

To Top