Κυβερνοέγκλημα: Ποιες υποθέσεις πρέπει να παραπέμπονται στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (Εγκύκλιος ΕισΑΠ)

Διευκρινίσεις από την Εισαγγελία Αρείου Πάγου – Έκκληση στις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές να περιορίσουν τα αιτήματα προς την Δίωξη σε συγκεκριμένες υποθέσεις

Με εγκύκλιό της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου παρέχει οδηγίες σχετικά με την λειτουργία και αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, κάνοντας παράλληλα έκκληση για την αποστολή ποινικών δικογραφιών και εισαγγελικών παραγγελιών που αφορούν μόνο σοβαρές υποθέσεις γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων και εφ’ όσον αυτές απαιτούν εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα και υπάγονται στην αρμοδιότητα της υπηρεσίας.

Σύμφωνα με την Εισαγγελία, εχει παρατηρηθεί, ότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα αποστέλλονται στην Υπηρεσία Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, αν όχι όλες, οι πλείστες των υποθέσεων, που σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, ασχέτως πολυπλοκότητας, σοβαρότητας ή απαίτησης εξειδικευμένων γνώσεων και ερευνών για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης.

Η πρακτική αυτή, η οποία βαίνει συνεχώς με αυξανόμενο ρυθμό, έχει οδηγήσει σε εκτροπή από τα κύρια διωκτικά της καθήκοντα την ως άνω υπηρεσία, που είναι η έρευνα, δίωξη και καταπολέμηση του εγκλήματος στο Κυβερνοχώρο και στον περιορισμό, κατ’ επέκταση της άσκησης αυτών, σε υπέρμετρη αύξηση υποθέσεων, που καλείται να διαχειριστεί η Υπηρεσία, άνευ βάσιμου λόγου και χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη έρευνα.

Η εξέλιξη αυτή έχει αρνητικές συνέπειες, ποιοτικές και ποσοτικές, στο έργο της Υπηρεσίας, επιβαρύνοντας δυσμενώς το συνολικό της έργο με διαχείριση και διερεύνηση ήσσονος σημασίας καταγγελιών -υποθέσεων, δημιουργώντας περαιτέρω ζητήματα στην εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία της Υπηρεσίας και ενασχόλησης με σοβαρές υποθέσεις γνησίων κυβερνοεγκλημάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, η Εισαγγελία διευκρινίζει ότι:

Α. Στην Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΙ.Δ.Η.Ε.) και την Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βορείου Ελλάδας (Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε.), ανάλογα την κατά τόπο αρμοδιότητα, να διαβάζονται για διερεύνηση, αμιγώς υποθέσεις γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων stricto-sensu (ήτοι αυτών που στρέφονται εναντίον ηλεκτρονικών δικτύων επικοινωνιών και συστημάτων πληροφοριών ή και με χρήση αυτών (π.χ. άρθρο 370Γ ΠΚ «Παράνομη πρόσβαση σε πληροφοριακό σύστημα», άρθρο 386Α Π.Κ. «Απάτη με Υπολογιστή», άρθρο 292Α Π.K. «Παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων», όπως ισχύουν κ.λπ.) και εφόσον για την διερεύνησή τους απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα, με την επισήμανση ότι μετά το πέρας των ενεργειών και πράξεων, που απαιτούν εξειδικευμένη τεχνική, ψηφιακή ή διαδικτυακή έρευνα και εφόσον απαιτούνται απλές ανακριτικές πράξεις για την περαίωση τους να διαβιβάζονται απευθείας περαιτέρω στις καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιες Αστυνομικές Υπηρεσίες για την διερεύνηση και την περαίωση τους.

Β. Οι παραγγελίες για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, επί υποθέσεων που συγκεντρώνουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά, σωρευτικά ή μεμονωμένα, ήτοι:

  • αφορούν τη διενέργεια απλών ανακριτικών πράξεων και ενεργειών για την πραγματοποίηση των οποίων δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνογνωσία (λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, εξέταση ανωμοτί υπόπτων, λήψη απολογιών κατηγορουμένων, εξακρίβωση πλήρων στοιχείων γνωστών φυσικών προσώπων, μεταφράσεις εγγράφων-καταγγελιών, εξακρίβωση κατόχων τ/φ συνδέσεων, φυσική εξακρίβωση και ταυτοποίηση στοιχείων γνωστών φυσικών προσώπων από εφαρμογές ΕΛ.ΑΣ., προσκόμιση -εγχείριση εγγράφων από παθόντες κ.λπ.),
  • αφορούν υποθέσεις που δεν υπάρχει καν χρήση – εμπλοκή διαδικτύου ή ηλεκτρονικών υπολογιστών(ενδεικτικά τέλεση π.χ. μέσω δικτύου κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας, κακόβουλες τηλεφωνικές κλήσεις, αποστολή εξυβριστικών SMS κ.λπ.),
  • χρειάζονται συνήθεις ενέργειες και πράξεις, για τις οποίες δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα και δύναται να διεκπεραιωθούν από οποιαδήποτε αστυνομική υπηρεσία(ενδεικτικά π.χ. απλή περιήγηση στο διαδικτυο για να διαπιστωθεί εάν κάποια ιστοσελίδα, δημοσίευμα κ.λπ. είναι ενεργά ή απλή εκτύπωση στοιχείων και αρχείων από το διαδικτυο ή εκτύπωση στοιχείων από έναν ψηφιακό δίσκο, USB κ.λπ.),
  • απαιτείται η διενέργεια απομαγνητοφωνήσεων καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, που έχουν συλλεχτεί νομίμως στο πλαίσιο ποινικών ερευνών,
  • αφορούν καταγγελλόμενη δραστηριότητα, η οποία είτε προσδιορίζεται σε συγκεκριμένο γεωγραφικό – φυσικό χώρο, είτε στρέφεται κατά συγκεκριμένων φυσικών προσώπων, περισσότεροι εκ των οποίων είναι και γνωστής διαμονής, για πράξεις που τελέσαν μέσω διαδικτύου και για τις οποίες δεν απαιτείται απολύτως καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα ή ενέργειες για την ανακάλυψη άγνωστου δράστη,

να απευθύνονται αποκλειστικά και μόνο, στις κατά τόπους αστυνομικές υπηρεσίες (Αστυνομικά Τμήματα ή Τμήματα Ασφάλειας, ανάλογα με την αρμοδιότητα ή τις Υποδιευθύνσεις Ασφαλείας ανάλογα με την σοβαρότητα), με την υποβοήθηση και των περιφερειακών Αστυνομικών Συνδέσμων που έχουν οριστεί για το σκοπό αυτό και την ένδειξη ότι εάν από την πρόοδο διερεύνησης τους, προκύψει ανάγκη για παροχή οποιαδήποτε πρόσθετης τεχνικής συνδρομής ή ψηφιακής έρευνας, να ζητείται εγγράφων από τη ΔΙ.Δ.Η.Ε. ή την Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε. (κατά λόγο αρμοδιότητας), με τη μορφή σαφώς διατυπωμένου αιτήματος επί συγκεκριμένου εξειδικευμένου ζητήματος και σε καμία περίπτωση να μην διαβιβάζεται ολόκληρη η δικογραφία, προκειμένου να αποφευχθεί η συσσώρευση ανώφελων ερευνών και δικογραφιών και η εν γένει δυσλειτουργία της Υπηρεσίας.

Γ. Για οποιαδήποτε τεχνική συνδρομή σε κατασχέσεις, με την αποστολή εξειδικευμένου κλιμακίου, καθ’ ύλην αρμόδια, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 22 του Π.Δ. 178/2014 (ΦΕΚ Α’ 281/31-12-2014), τυγχάνει η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) και ειδικότερα το Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων, όπου δύναται να απευθύνεται απευθείας οποιαδήποτε ανακριτική, εισαγγελική ή δικαστική αρχή, αποστέλλοντας σχετικό αίτημα και παραγγελία.

Δ. Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, σε περιπτώσεις που διαβιβάζονται εισαγγελικές παραγγελίες για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, επί υποθέσεων, που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά, δηλαδή αφορούν στη διερεύνηση μη γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων, να επιστρέφουν αυτές στον παραγγέλλοντα Εισαγγελικό Λειτουργό, με μνεία την παρούσα εκδοθείσα Εγκύκλιο Παραγγελία.

Αναλυτικά η εγκύκλιος 2/2019:

ΘΕΜΑ: «Παροχή οδηγιών σχετικά με την λειτουργία και αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βορείου Ελλάδας – Αποστολή ποινικών δικογραφιών και εισαγγελικών παραγγελιών που αφορούν μόνο σοβαρές υποθέσεις γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων και εφ’ όσον αυτές απαιτούν εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα και υπάγονται στην αρμοδιότητα της υπηρεσίας».

ΣΧΕΤ:

α) Ν. 4249/2014 (ΦΕΚ Λ’ 73/24-03-2014) «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις»

β) Ν. 4411/2016 (ΦΕΚ. A’ 142/03-08-2016) «Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο και άλλες διατάξεις »

γ) Αρθρο 31 του Π Δ 178/2014 (ΦΕΚ Λ’ 281/31-12-2014) «Οργάνωση Υπηρεσιών Ελληνικής Αστυνομίας»

δ) Υπ’αριθ.1449/18/1092368 από 01/06/201 δέγγραφο της ΔΙ.Δ.Η.Ε. προς όλες τις Εισαγγελικές & Αστυνομικές Αρχές της Χώρας.

1. Έχει παρατηρηθεί, ότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα αποστέλλονται στην Υπηρεσία Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, αν όχι όλες, οι πλείστες των υποθέσεων, που σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, ασχέτως πολυπλοκότητας, σοβαρότητας ή απαίτησης εξειδικευμένων γνώσεων και ερευνών για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης.

2. Η πρακτική αυτή, η οποία βαίνει συνεχώς με αυξανόμενο ρυθμό, έχει οδηγήσει σε εκτροπή από τα κύρια διωκτικά της καθήκοντα την ως άνω υπηρεσία, που είναι η έρευνα, δίωξη και καταπολέμηση του εγκλήματος στο Κυβερνοχώρο και στον περιορισμό, κατ’ επέκταση της άσκησης αυτών, σε υπέρμετρη αύξηση υποθέσεων, που καλείται να διαχειριστεί η Υπηρεσία, άνευ βάσιμου λόγου και χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη έρευνα, βαίνουσα σε βάρος της κυρίαρχης αποστολής της. με αρνητικές συνέπειες, ποιοτικές και ποσοτικές, στο έργο της Υπηρεσίας, επιβαρύνοντας δυσμενώς το συνολικό της έργο με διαχείριση και διερεύνηση ήσσονος σημασίας καταγγελιών – υποθέσεων, δημιουργώντας περαιτέρω ζητήματα στην εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία της Υπηρεσίας και ενασχόλησης με σοβαρές υποθέσεις γνησίων κυβερνοεγκλη μάτων.

3. Με αφορμή και το υπ’ αριθ. 3023/1/12 από 2/2/2019 έγγραφο της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, στο οποίο παρουσιάζονται τα προβλήματα που αναφύονται στην λειτουργία της ανωτέρω Υπηρεσίας, λόγω της επιβάρυνσης αυτής με μεγάλο αριθμό υποθέσεων ήσσονος σημασίας και με στόχο την αποδοτικότερη και ταχύτερη αντιμετώπιση από αυτήν ιδίως των αμιγών υποθέσεων κυβερνοεγκλημάτων, ζητείται η συνδρομή των εισαγγελικών αρχών για τον πιο πάνω σκοπό. Για τους λόγους αυτούς θέλουμε να σας γνωρίσουμε τα ακόλουθα, με στόχο την καλύτερη αντιμετώπιση των κυβερνοεγκλημάτων μέσα από μια εύλογα προσαρμοσμένη, ως προς την σοβαρότητα των υποθέσεων συνεργασία:

4. Σύμφωνα με άρθρο 31 του ανωτέρω (γ) σχετικού Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ανωτέρω (α) σχετικού Νόμου, ιδρύθηκε και λειτουργεί η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΙ.Δ.Η.Ε.), με έδρα την Αθήνα και η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βορείου Ελλάδας (Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε.), με έδρα τη Θεσσαλονίκη, η δε αρμοδιότητά τους επεκτείνεται σε όλο τον τομέα της Νότιας και Βόρειας Ελλάδας, αντίστοιχα και στελεχώνεται με ειδικό επιστημονικό προσωπικό, αξκοματικούς ειδικών καθηκόντων πληροφορικής καθώς και με αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων, το οποίο έχει εξειδικευθεί και εκπαιδευτεί σχετικά.

5. Η ΔΙ.Δ.Η.Ε., στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, όπως αυτό καθορίζεται και προδιαγράφεται από τις διατάξεις των ανωτέρω (α), (β) και (γ) σχετικών Νομοθετημάτων είναι καθ’ύλην αρμόδια για την διερεύνηση, αμιγώς υποθέσεων γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων stricto-sensu (ήτοι αυτών που στρέφονται εναντίον ηλεκτρονικών δικτύοιν επικοινωνιών και συστημάτων πληροφοριών ή και με χρήση αυτών (π.χ. άρθρο 370Γ ΠΚ «Παράνομη πρόσβαση σε πληροφοριακό σύστημα», άρθρο 386Α Π.Κ.«Απάτη με Υπολογιστή», άρθρο 292ΑΠ.Κ. «Παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων», όπως ισχύουν κ.λπ.), καθώς και για την ανακάλυψη, εξιχνίαση και δίωξη των εγκλημάτων που διαπράττονται αποκλειστικά και μόνο μέσω του Διαδικτύου και εφόσον για την διερεύνηση τους απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα, με σκοπό να καλύψει την αδυναμία των λοιπών αστυνομικών Υπηρεσιών να αντλήσουν και να αναλύσουν στοιχεία από τον Κυβερνοχώρο, καλύπτοντας έτσι το κενό στη διερεύνηση των υποθέσεων αυτών και συγκλίνοντας ή και ταυτοποιώντας τους αρχικά άγνωστους δράστες των εγκληματικών ενεργειών.

6. H ταχεία διάδοση της χρήσης του Διαδικτύου και η ευρεία χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη εγκληματικής δραστηριότητας μέσω Η/Υ και του Διαδικτύου και την τέλεση κοινών παραδοσιακών μορφών αδικημάτων τελούμενων μέσω διαδικτύου τα λεγόμενα μη Γνήσια κυβερνοεγκλή αατα (π.χ. Εξύβριση, Απάτη, Απειλή, παράβαση της Νομοθεσίας περί Προσωπικών Δεδομένων, κ.λπ.). όπου στις περιπτώσεις αυτές το Διαδίκτυο χρησιμοποιείται ως απλή πλατφόρμα -μέσο για την τέλεση ενός συμβατικού εγκλήματος και επουδενί δεν συνιστούν γνήσια κυβερνοεγκλήματα, υπό την έννοια των διατάξεων του ανωτέρω (β) σχετικού Νομοθετήματος και η διερεύνηση τους δεν απαιτεί, ουδεμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα.

7. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και διερεύνηση των ως άνω υποθέσεων (κοινά – συμβατικά αδικήματα που τελούνται μέσω Διαδικτύου. που δεν συνιστούν γνήσια κυβερνοεγκλήματα και δε χρειάζεται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα) έχουν οριστεί προς υποβοήθηση των αστυνομικών υπηρεσιών όλης της Χώρας, περιφερειακοί Αστυνομικοί Σύνδεσμοι σε κάθε Διεύθυνση Αστυνομίας της Χώρας, οι οποίοι έχουν λάβει σχετική ειδική εκπαίδευση. Και επιπρόσθετα, με το ανωτέρω (δ) σχετικό, γνωστοποιήθηκε σε όλες τις Εισαγγελικές & Αστυνομικές Αρχές, το πλαίσιο λειτουργίας τους, ενώ επισυνάφθηκαν, προς υποβοήθηση, σχετικά πρότυπα προς παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και αναλυτικές οδηγίες χειρισμού υποθέσεων, που δεν χρήζουν εξειδικευμένης τεχνικής ή ψηφιακής έρευνας.

8. Παρά ταύτα, παρατηρείται σε καθημερινή βάση να αποστέλλονται τόσο στη ΔΙ.Δ.Η.Ε. όσο και στην Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε., μεγάλος αριθμός εισαγγελικών παραγγελιών από όλες τις Εισαγγελίες της Χώρας είτε για τη διενέργεια ποινικής έρευνας (προκαταρτικής εξέτασης ή προανάκρισης), οι οποίες αφορούν υποθέσεις για κοινά (συμβατικά) αδικήματα τελούμενα μέσω του Διαδικτύου (Μη Γνήσια κυβερνοεγκλήματα (π.χ. εξύβριση, απάτη, κακοποίηση ζώων, απειλή, παράβαση νομοθεσίας περί Προσωπικών Δεδομένων, κ.λπ.). τα οποία, όμως, σε καμία περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, δεν συνιστούν γνήσια κυβερνοεγκλήματα και η διερεύνηση τους δεν απαιτεί εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα, είτε παραγγέλλονται απλές ανακριτικές πράξεις και ενέργειες, για την πραγματοποίηση των οποίων δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεγνογνωσία ή έρευνα.

Ειδικότερα, αποστέλλονται στην υπηρεσία δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος, εισαγγελικές παραγγελίες από όλες τις Εισαγγελίες της Χώρας, όπου περιπτιοσιολογικά οι περισσότερες εξ αυτών αφορούν:

  • τη διενέργεια απλών ανακριτικών πράξεων και ενεργειών για την πραγματοποίηση των οποίων δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνογνωσία (ενδεικτικά λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, εξέταση ανωμοτί υπόπτων, λήψη απολογιών κατηγορουμένων, εξακρίβωση κατόχων τηλεφωνικών συνδέσεων, φυσική εξακρίβωση και ταυτοποίηση στοιχείων γνωστών φυσικών προσώπων από εφαρμογές ΕΛ.ΑΣ., προσκόμιση – εγχείριση εγγράφων από παθόντες κ.λπ.),
  • τη διαβίβαση δικογραφιών σε ορισμένες εκ των οποίων, δεν υπάρχει καν χρήση – εμπλοκή διαδικτύου ή ηλεκτρονικών υπολογιστών (τέλεση π.χ. μέσω δικτύου κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας, κακόβουλες τηλεφωνικές κλήσεις, αποστολή εξυβριστικών sms κ.λπ.),
  • τη διενέργεια απομαγνητοφωνήσεων καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, που έχουν συλλέγει νομίμως στο πλαίσιο ποινικών ερευνών,
  • την παραγγελία απλών ενεργειών, για τις οποίες δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα και δύναται να διεκπεραιωθούν από οποιαδήποτε αστυνομική υπηρεσία (ενδεικτικά π.χ. απλή περιήγηση στο διαδικτυο για να διαπιστωθεί εάν κάποια ιστοσελίδα, δημοσίευμα κ.λπ. είναι ενεργά ή απλή εκτύπωση στοιχείων και αρχείων από το διαδικτυο ή εκτύπωση στοιχείων από έναν ψηφιακό δίσκο, USB κ.λπ.),
  • τη διαβίβαση δικογραφιών, στις οποίες η καταγγελλόμενη δραστηριότητα είτε προσδιορίζεται σε συγκεκριμένο γεωγραφικό – φυσικό χώρο, είτε στρέφεται κατά συγκεκριμένων φυσικών προσώπων, οι οποίοι τυγχάνουν γνωστής διαμονής, για πράξεις που τελέσαν μέσω διαδικτύου και για τις οποίες δεν απαιτείται απολύτως καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα ή ενέργειες για την ανακάλυψη άγνωστου δράστη,
  • την τεχνική συνδρομή της Υπηρεσίας σε ανακριτικές, εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές στη διενέργεια ερευνών σε οικίες, καταστήματα κ.λπ. προκειμένου να κατασχεθούν ψηφιακά πειστήρια.

10. Αποτέλεσμα της ως άνω περιγραφόμενης πρακτικής και τακτικής είναι η αλματωδώς αυξανόμενη είσοδος υποθέσεων και δικογραφιών στη ΔΙ.Δ.Η.Ε. και την Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε, (το έτος 2018, παρατηρείται αύξηση των εισερχομένων υποθέσεων 27% σε σχέση με το έτος 2017),που σημειωτέον δύναται να διεκπεραιωθούν από οποιαδήποτε κατά τόπο αστυνομική Υπηρεσία (Αστυνομικό Τμήμα ή Τμήμα Ασφάλειας, ανάλογα την αρμοδιότητα ή και Υποδιεύθυνση, ανάλογα την βαρύτητα), άνευ βάσιμου λόγου και χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη έρευνα, βαίνουσα σε βάρος της κυρίαρχης αποστολής των ως άνω υπηρεσιών, με αρνητικές συνέπειες, ποιοτικές και ποσοτικές, στο έργο της Υπηρεσίας, επιβαρύνοντας δυσμενώς το συνολικό της έργο με διαχείριση και διερεύνηση καταγγελιών – υποθέσεων, εκτός των γνήσιων αρμοδιοτήτων τους δημιουργώντας περαιτέρω ζητήματα στην εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία της Υπηρεσίας και ενασχόλησης με σοβαρές υποθέσεις γνησίων κυβερνοεγκλημάτων.

11. Επισημαίνεται δε, για την τελευταία περίπτωση τεχνικής συνδρομής σε κατασχέσεις ψηφιακών πειστηρίων, καθ” ύλη αρμόδια σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 22 του Π.Δ. 178/2014 (ΦΕΚ Λ’ 281/31-12-2014)τυγχάνει η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) και ειδικότερα το Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων, που δύναται να παρέχει τεχνική συνδρομή στην κατάσχεση, με την αποστολή εξειδικευμένου κλιμακίου.

12. Κατόπιν των ανωτέρω και με γνώμονα την εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία της ΔΙ.Δ.Η.Ε. και της Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε., ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα και., αποτελεσματικότερα, στην εκτέλεση της κυρίαρχης αποστολή της και στο διωκτικό της έργο. που είναι η ενασχόλησή της με ιδιαίτερα σοβαρές υποθέσεις, αμιγο’κ γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων και της απεμπλοκής της Υπηρεσίας από τη διαχείριση – διερεύνηση καταγγελιών – υποθέσεων ήσσονος σημασίας, καθορίζουμε και συστήνουμε τα ακόλουθα:

Α. Στην ΔΙ.Δ.Η.Ε. και την Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε., ανάλογα την κατά τόπο αρμοδιότητα, να διαβάζονται για διερεύνηση, αμιγώς υποθέσεις γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων stricto-sensu (ήτοι αυτών που στρέφονται εναντίον ηλεκτρονικών δικτύων επικοινωνιών και συστημάτων πληροφοριών ή και με χρήση αυτών (π.χ. άρθρο 370Γ ΠΚ «Παράνομη πρόσβαση σε πληροφοριακό σύστημα», άρθρο 386Α Π.Κ. «Απάτη με Υπολογιστή», άρθρο 292Α Π.K. «Παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων», όπως ισχύουν κ.λπ.) και εφόσον για την διερεύνησή τους απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα, με την επισήμανση ότι μετά το πέρας των ενεργειών και πράξεων, που απαιτούν εξειδικευμένη τεχνική, ψηφιακή ή διαδικτυακή έρευνα και εφόσον απαιτούνται απλές ανακριτικές πράξεις για την περαίωση τους να διαβιβάζονται απευθείας περαιτέρω στις καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιες Αστυνομικές Υπηρεσίες για την διερεύνηση και την περαίωση τους.

Β. Οι παραγγελίες για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, επί υποθέσεων που συγκεντρώνουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά, σωρευτικά ή μεμονωμένα, ήτοι:

  • αφορούν τη διενέργεια απλών ανακριτικών πράξεων και ενεργειών για την πραγματοποίηση των οποίων δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνογνωσία (λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, εξέταση ανωμοτί υπόπτων, λήψη απολογιών κατηγορουμένων, εξακρίβωση πλήρων στοιχείων γνωστών φυσικών προσώπων, μεταφράσεις εγγράφων-καταγγελιών, εξακρίβωση κατόχων τ/φ συνδέσεων, φυσική εξακρίβωση και ταυτοποίηση στοιχείων γνωστών φυσικών προσώπων από εφαρμογές ΕΛ.ΑΣ., προσκόμιση -εγχείριση εγγράφων από παθόντες κ.λπ.),
  • αφορούν υποθέσεις που δεν υπάρχει καν χρήση – εμπλοκή διαδικτύου ή ηλεκτρονικών υπολογιστών (ενδεικτικά τέλεση π.χ. μέσω δικτύου κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας, κακόβουλες τηλεφωνικές κλήσεις, αποστολή εξυβριστικών SMS κ.λπ.),
  • χρειάζονται συνήθεις ενέργειες και πράξεις, για τις οποίες δεν απαιτείται καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα και δύναται να διεκπεραιωθούν από οποιαδήποτε αστυνομική υπηρεσία (ενδεικτικά π.χ. απλή περιήγηση στο διαδικτυο για να διαπιστωθεί εάν κάποια ιστοσελίδα, δημοσίευμα κ.λπ. είναι ενεργά ή απλή εκτύπωση στοιχείων και αρχείων από το διαδικτυο ή εκτύπωση στοιχείων από έναν ψηφιακό δίσκο, USB κ.λπ.),
  • απαιτείται η διενέργεια απομαγνητοφωνήσεων καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, που έχουν συλλεχτεί νομίμως στο πλαίσιο ποινικών ερευνών,
  • αφορούν καταγγελλόμενη δραστηριότητα, η οποία είτε προσδιορίζεται σε συγκεκριμένο γεωγραφικό – φυσικό χώρο, είτε στρέφεται κατά συγκεκριμένων φυσικών προσώπων, περισσότεροι εκ των οποίων είναι και γνωστής διαμονής, για πράξεις που τελέσαν μέσω διαδικτύου και για τις οποίες δεν απαιτείται απολύτως καμία εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα ή ενέργειες για την ανακάλυψη άγνωστου δράστη,

να απευθύνονται αποκλειστικά και μόνο, στις κατά τόπους αστυνομικές υπηρεσίες (Αστυνομικά Τμήματα ή Τμήματα Ασφάλειας, ανάλογα με την αρμοδιότητα ή τις Υποδιευθύνσεις Ασφαλείας ανάλογα με την σοβαρότητα), με την υποβοήθηση και των περιφερειακών Αστυνομικών Συνδέσμων που έχουν οριστεί για το σκοπό αυτό και την ένδειξη ότι εάν από την πρόοδο διερεύνησης τους, προκύψει ανάγκη για παροχή οποιαδήποτε πρόσθετης τεχνικής συνδρομής ή ψηφιακής έρευνας, να ζητείται εγγράφων από τη ΔΙ.Δ.Η.Ε. ή την Υ.Δ.Η.Ε.Β.Ε. (κατά λόγο αρμοδιότητας), με τη μορφή σαφώς διατυπωμένου αιτήματος επί συγκεκριμένου εξειδικευμένου ζητήματος και σε καμία περίπτωση να μην διαβιβάζεται ολόκληρη η δικογραφία, προκειμένου να αποφευχθεί η συσσώρευση ανώφελων ερευνών και δικογραφιών και η εν γένει δυσλειτουργία της Υπηρεσίας.

Γ. Για οποιαδήποτε τεχνική συνδρομή σε κατασχέσεις, με την αποστολή εξειδικευμένου κλιμακίου, καθ’ ύλην αρμόδια, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 22 του Π.Δ. 178/2014 (ΦΕΚ Λ’ 281/31-12-2014). τυγχάνει η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) και ειδικότερα το Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων, όπου δύναται να απευθύνεται απευθείας οποιαδήποτε ανακριτική, εισαγγελική ή δικαστική αρχή, αποστέλλοντας σχετικό αίτημα και παραγγελία.

Δ. Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, που κοινοποιείται η παρούσα, σε περιπτώσεις που διαβιβάζονται εισαγγελικές παραγγελίες για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, επί υποθέσεων, που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά, δηλαδή αφορούν στη διερεύνηση μη γνήσιων κυβερνοεγκλημάτων, να επιστρέφουν αυτές στον παραγγέλλοντα Εισαγγελικό Λειτουργό, με μνεία την παρούσα εκδοθείσα Εγκύκλιο Παραγγελία μας.

13. Υπό το πρίσμα των προεκτεθεισών επισημάνσεων παρακαλούμε εφεξής όλοι οι Εισαγγελικοί Λειτουργοί της Χώρας να εναρμονισθούν με τον υποδεικνυόμενο τρόπο χειρισμού των ποινικών δικογραφιών, υποθέσεων κυβερνοεγκλημάτων, που αφορά η παρούσα εγκύκλιος παραγγελία.

14. Τέλος, και ενόψει όλων των ανωτέρω οι κ.κ. Εισαγγελείς Εφετών της Χώρας, που ασκούν την ανώτατη διεύθυνση στην ανάκριση (άρθρο 35 Κ.Π.Δ.), παρακαλούνται να κοινοποιήσουν την παρούσα στους Ανακριτές της περιφέρειάς τους και οι κ.κ. Εισαγγελείς Πρωτοδικών της Χώρας στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειάς τους για να λάβουν γνώση της παρούσας.

Δείτε αναλυτικά την εγκύκλιο 2/2019.

To Top