Ανέστειλε τα ισόβια σε καταδικασμένη για υπεξαίρεση ο νέος Ποινικός Κώδικας


Άνοιξε ο δρόμος για αποφυλάκιση για τραπεζική υπάλληλος που είχε καταδικαστεί σε ισόβιαΤα αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα που ισχύει από την 1η Ιουλίου και ψηφίστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, έχουν πλέον αρχίσει να διαφαίνονται καθημερινά στην πράξη.

Πέρα από την κατηγορία εκείνη των αδικημάτων τα οποία καθημερινά κρίνονται ως παραγεγραμμένα από τα δικαστήρια (όπως π.χ. το αδίκημα της δωροδοκίας στην υπόθεση της Siemens, κ.α), έχουν αρχίσει να διαφαίνονται και τα αποτελέσματα των νέων διατάξεων για τα οικονομικά εγκλήματα σε συνδυασμό με την κατάργηση του νόμου περί καταχραστών του δημοσίου, ο οποίος προέβλεπε ακόμη και ισόβια για τους κατηγορούμενους τέτοιων υποθέσεων.

Έτσι, με βάση τις νέες ευμενέστερες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, δικαστήριο στην Πάτρα – Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων – έκανε δεκτή αίτηση που είχε καταθέσει πρώην τραπεζική υπάλληλος, καταδικασμένη σε ισόβια για το αδίκημα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία. Με την αίτησή της η κατηγορουμένη ζητούσε να ανασταλούν για εκείνη τα ισόβια μέχρι να εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου εκκρεμούσε η εκδίκαση της έφεσής της.

Το δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτησή της πρώην υπαλλήλου, και της άνοιξε το δρόμο για την αποφυλάκιση, καθώς με το νέο Ποινικό Κώδικα καταργήθηκε η ισόβια κάθειρξη για το αδίκημα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία. Πλέον, με τις νέες ευμενέστερες διατάξεις το αδίκημα της υπεξαίρεσης από υπάλληλο τράπεζας τιμωρείται μεν ως κακούργημα αλλά με ανώτατη κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή.

Συγκεκριμένα, η εν λόγω πρώην υπάλληλος (παύθηκε από την τράπεζα μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης) είχε καταδικασθεί σε ισόβια κάθειρξη για την πράξη της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση εις βάρος της τράπεζας με την επιβαρυντική μάλιστα περίσταση του καταργημένου νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου (Ν. 1608/1950). Ακόμη είχε καταδικασθεί σε κάθειρξη έξι ετών για ηθική αυτουργία κατ’ εξακολούθηση σε πλαστογραφία κατ’ εξακολούθηση εις βάρος τράπεζας.

Μετά την καταδίκη της η γυναίκα οδηγήθηκε στις φυλακές και παράλληλα άσκησε έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης (η εκδίκαση της έφεσης δεν έχει ακόμη προσδιορισθεί).

Ωστόσο, όπως έκρινε το δικαστήριο που την αποφυλάκισε με την ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα από τον Ιούλιο του 2019 επήλθαν νομοθετικές μεταβολές σε σχέση με την υπεξαίρεση και πλέον η ανώτατη προβλεπόμενη ποινή για το συγκεκριμένο αδίκημα είναι τα δέκα έτη.

Μάλιστα, όπως σημειώνουν οι δικαστές αν η καταδικασθείσα κριθεί ένοχη και σε δεύτερο βαθμό η μεγαλύτερη ποινή που μπορεί να της επιβληθεί είναι κάθειρξη μέχρι δέκα έτη για την υπεξαίρεση και μέχρι έξι έτη για την ηθική αυτουργία σε πλαστογραφία. Συνολικά, η ανώτατη ποινή καθείρξεως που μπορεί να της επιβληθεί είναι τα 13 έτη (από τα ισόβια που της επιβλήθηκαν με τις διατάξεις του προϊσχύοντος Ποινικού Κώδικα).

Τέλος, οι δικαστές αποφάσισαν την αναστολή των ισοβίων για την πρώην υπάλληλο, λαμβάνοντας υπόψη τους ότι έχει γνωστή και μόνιμη διαμονή, ότι τήρησε τους περιοριστικούς όρους που της είχαν επιβληθεί μετά την απολογία της και ότι δεν είναι ύποπτη τέλεσης νέων αδικημάτων καθώς απομακρύνθηκε από την τράπεζα στην οποία εργάζονταν.



To Top