Η υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατά τον νέο ΠΚ (ΑΠ ποιν. 557/2020)

Αναίρεση καταδικαστικής απόφασης για υπεξαίρεση και εξάλειψη αξιοποίνου λόγω παραγραφής εν επιδικία

Ο Άρειος Πάγος, κάνοντας δεκτό τον σχετικό λόγο αναίρεσης, έκρινε (ΑΠ ποιν. 557/2020) πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει την απαιτούμενη από τα άρ. 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αλλά περιέχει ασάφειες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων που εφαρμόστηκαν.

Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση, η αναιρεσείουσα καταδικάστηκε πρωτοδίκως, υπό την ισχύ του προϊσχύσαντος ΠΚ, για την πράξη της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία με αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και στη συνέχεια, κατ’ έφεση και υπό την ισχύ πλέον του νέου ΠΚ, για την πράξη της υπεξαίρεσης με αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.

Με τη θέση σε ισχύ του νέου ΠΚ (Ν. 4619/2019), η υπεξαίρεση στην υπηρεσία τιμωρείται πλέον ως υπεξαίρεση κατά τις κοινές διατάξεις του ΠΚ (άρθρο 375 ΠΚ). Κατά τις διατάξεις των άρθρων 381 παρ.1 εδ. α’ και 464 του ίδιου ΠΚ, για την ποινική δίωξη της υπεξαίρεσης απαιτείται έγκληση, ενώ για τις εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες, που έχουν ανοίξει χωρίς την υποβολή έγκλησης, επειδή διώκονταν αυτεπαγγέλτως υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, συνεχίζονται μόνο εφόσον ο δικαιούμενος να υποβάλει έγκληση δηλώσει εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη της ισχύος του νέου ΠΚ ότι επιθυμεί την πρόοδο τους.

Εν προκειμένω, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι ορθά και αιτιολογημένα η προσβαλλόμενη απόφαση δέχτηκε ότι η μηνυτήρια αναφορά προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα, με την οποία ζητούνταν ρητά η ποινική δίωξη της αναιρεσείουσας, επέχει θέση εγκλήσεως σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 42 παρ. 2 του ΚΠΔ, επισημαίνοντας πως δεν απαιτείτο ανάγνωση της μηνυτήριας αναφοράς, που αποτελεί διαδικαστικό και όχι αποδεικτικό έγγραφο.

Ωστόσο, έκρινε πως η προσβαλλόμενη απόφαση προβαίνει σε ασαφείς αιτιολογήσεις ως προς την τέλεση της τελευταίας εξακολουθητικής πράξης, η οποία κατά τις παραδοχές της απόφασης έλαβε χώρα το έτος 2012 και οποία συνδέεται με την προβαλλόμενη από την αναιρεσείουσα ένσταση παραγραφής όλων των μερικοτέρων πράξεων της ιδίας το έτος 1999, οπότε τέθηκε σε ισχύ ο Ν. 2721/3-6-1999 και τροποποιήθηκε το άρθρο 98 του ΠΚ, και έκτοτε με ενότητα δόλου.

Κρίνοντας ως βάσιμο τον από το άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. δ’ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, εν συνεχεία το δικαστήριο προέβη σε οριστική παύση της ποινικής δίωξης λόγω παραγραφής. Και τούτο, διότι η πράξη της υπεξαίρεσης κατ’ εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας τιμωρείται σε βαθμό πλημμελήματος, από τη φερόμενη δε τέλεση της κάθε επιμέρους πράξης από το 1999 έως το 2012, ήτοι το χρονικό διάστημα για το οποίο καταδικάσθηκε, μέχρι τη διάσκεψη παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της οκταετίας.

Απόσπασμα απόφασης

Με βάση τις παραδοχές αυτές, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αλλά περιέχει, ασάφειες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή όχι εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων που εφαρμόστηκαν. Αφού, αρχικά, παραθέτει στο σκεπτικό περιστατικά που αναφέρονται με λεπτομέρεια στον τρόπο με τον οποίο τα χρήματα περιήλθαν στην κατοχή της αναιρεσείουσας, στη συνέχεια, προβαίνει σε ασαφείς αιτιολογήσεις ως προς την τέλεση της τελευταίας εξακολουθητικής πράξης , η οποία κατά τις παραδοχές της απόφασης τελέστηκε στις 11-2-2012 και οποία συνδέεται με την προβαλλόμενη από την αναιρεσείουσα ένσταση παραγραφής όλων των μερικοτέρων πράξεων της ιδίας από 11-6-1999 και μετά με ενότητα δόλου (δηλαδή., υπό την ισχύ του άρθρου 98 ΠΚ , όπως αυτό τροποποιήθηκε με το 14 παρ. 11 του Ν. 2721/3-6-1999) .

Ειδικότερα , η προσβαλλόμενη απόφαση , ενώ δέχθηκε ότι η τελευταία πράξη υπεξαίρεσης τελέσθηκε στις 11-2-2012 (χωρίς όμως και να διαλαμβάνεται στον συνημμένο πίνακα στο διατακτικό της απόφασης) και ότι καταβλήθηκαν από την αναιρεσείουσα οι αναλογούντες πόροι στο Ταμείο Νομικών, γεγονός το οποίο άλλωστε προκύπτει και από την ανάγνωση σχετικού εγγράφου του ανωτέρω ασφαλιστικού ταμείου (υπ’αριθμ. …-3-2015) και περιέχεται στα αναγνωσθέντα έγγραφα των πρακτικών του δικαστηρίου (βλ. φύλλο 5 της απόφασης) , εν τούτοις, δεν ερευνάται ο χρόνος καταβολής αυτών (πόρων) , αλλά απορρίπτεται ο ισχυρισμός αυτός ως αναπόδεικτος με ασαφή και ενδοιαστική αιτιολογία , δηλαδή ” αν η καταβολή έγινε έως τις 10-2-2012, οπότε δε θα είχε τελεσθεί η σχετική υπεξαίρεση ή αν η καταβολή έγινε μετά τις 10-2-2012, οπότε η μερικότερη υπεξαίρεση έχει τελεσθεί και από αυτήν αρχίζει ο ενιαίος χρόνος παραγραφής για το συνολικό έγκλημα της παραγραφής”.

Συνεπώς , είναι βάσιμος ο σχετικός λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’του ΚΠΔ , για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.

Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr

https://www.lawspot.gr/nomika-nea/i-ypexairesi-antikeimenoy-idiaitera-megalis-axias-kata-ton-neo-pk-ap-poin-557-2020

To Top