ΑΠ ποιν. 225/2023: Στην απόφαση για την άρση της κατάσχεσης πρέπει να αναφέρεται ο κύριος

Αν από τη διαδικασία δεν προκύπτει ποιος συγκεκριμένα είναι ο ιδιοκτήτης τους, το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει αορίστως την εις τον ιδιοκτήμονα απόδοση, αλλ’ οφείλει ν’ απόσχει όπως αποφανθεί περί της αποδόσεως, διατάσσοντας μόνο την εξακολούθηση της κατασχέσεως και της φυλάξεως μέχρις ότου το ζήτημα της κυριότητας λυθεί από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο, στο οποίο και πρέπει να προσφύγει εκείνος που αξιώνει τον εαυτό του ως κύριο.

 

Απόφαση 225 / 2023    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 225/2023

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

E’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Βασδέκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρία Λεπενιώτη, Σοφία Οικονόμου, Κωστούλα Πρίγγουρη και Σταυρούλα Κουσουλού – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.


Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Νοεμβρίου 2022, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευδοκίας Πούλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας Β. Κ. του Ι., κατοίκου … η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Αβρίθη, για αναίρεση της υπ’αριθ. 28/2022 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου (Μεταβατικής Έδρας Κω).
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου (Μεταβατική Έδρα Κω) με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και η αναιρεσείουσα ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αρ. 1/21.7.2022 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 784/22.
Αφού άκουσε Την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη με αρ. 1/ 21-7-2022 αίτηση της Β. Κ. του Ι., που ασκήθηκε, κατόπιν ειδικής εξουσιοδότησής της, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κω Παναγιώτη Αβρίθη, με δήλωσή του ενώπιον της Γραμματέως του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου [Μεταβατικής Έδρας Κω], που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, συνταχθείσας σχετικής εκθέσεως, κατ’ άρθρο 464, 466 παρ.1 α’, 474 παρ. 1 α’ και 4, 504 παρ.3 ΚΠΔ, για αναίρεση της υπ’ αριθμό 28/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου [Μεταβατικής Έδρας Κω], έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των είκοσι ημερών από την καταχώρηση [13/7/2022] της ως άνω προσβαλλόμενης απόφασης στο ειδικό βιβλίο (άρ. 473 παρ.2 α’ και 3α’ ΚΠΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή, και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν ως προς τη βασιμότητα του, εκ του άρ. 510 παρ.1 στοιχ.Δ’ ΚΠΔ, αναιρετικού της λόγου.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 311 παρ. 2 και 372 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι το δικαστήριο με την τελειωτική του απόφαση αποφαίνεται και περί της τύχης των πραγμάτων και πειστηρίων, που κατασχέθηκαν κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως, διατάσσοντας την απόδοσή τους στον από τη διαδικασία αποδεικνυόμενο ιδιοκτήτη τους, τον οποίο και πρέπει ρητώς να καθορίζει στην απόφασή του. Αν από τη διαδικασία δεν προκύπτει ποιος συγκεκριμένα είναι ο ιδιοκτήτης τους, το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει αορίστως την εις τον ιδιοκτήμονα απόδοση, αλλ’ οφείλει ν’ απόσχει όπως αποφανθεί περί της αποδόσεως, διατάσσοντας μόνο την εξακολούθηση της κατασχέσεως και της φυλάξεως μέχρις ότου το ζήτημα της κυριότητας λυθεί από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο, στο οποίο και πρέπει να προσφύγει εκείνος που αξιώνει τον εαυτό του ως κύριο. Αν το δικαστήριο παρέλειψε ν’ αποφανθεί για την τύχη των κατασχεθέντων ή διέταξε αορίστως την εις τον ιδιοκτήμονα απόδοσή τους, χωρεί παραδεκτώς συμπλήρωση της αποφάσεώς του, κατ’ άρθρο 145 ΚΠΔ. Κατά της σχετικής αποφάσεως του δικαστηρίου για απόδοση των κατασχεθέντων στον ιδιοκτήμονα, για διατήρηση της κατασχέσεως τους μέχρις ότου το θέμα της κυριότητάς τους λυθεί από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο επιτρέπεται αναίρεση στους διαδίκους και τον τρίτο, του οποίου τις αξιώσεις έκρινε το δικαστήριο, για τους εις το άρθρο 510 παρ. 1 ΚΠΔ λόγους (ΑΠ 449/2002). Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν εκτίθενται σ’ αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά, που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι αναγκαίο, κατ’ αρχήν, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών, που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του, διαλαμβάνεται δε αιτιολογία περί αυτού (δόλου) στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή, διότι εξυπακούεται ότι υπάρχει με την τέλεση των πραγματικών περιστατικών, που συγκροτούν αντικειμενικώς το έγκλημα, εκτός αν αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως (άμεσος δόλος) ή ορισμένος περαιτέρω σκοπός (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση). Για την ύπαρξη της κατά τα ανωτέρω απαιτούμενης αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για την βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα από αυτά, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου κεχωρισμένως και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΟλΑΠ 1/2005).
Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα παραστάθηκε για την υποστήριξη της κατηγορίας ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κω, το οποίο με την υπ’ αρ. 483Α/2021 απόφασή του [που είναι αμετάκλητη ως προς το εν λόγω κεφάλαιό της] καταδίκασε τον κατηγορούμενο Ν. Β. του Φ. σε ποινή φυλάκισης δύο (2) ετών, μετατραπείσα προς πέντε ευρώ ημερησίως, για το αδίκημα της κλοπής ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθηση, και ζήτησε, δια του συνηγόρου της, την σ’ αυτήν απόδοση των 250 λιρών επικαλούμενη ότι της ανήκουν. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κω με την προαναφερόμενη απόφασή του, δεν έκανε δεκτό το κατά τα ανωτέρω υποβληθέν αίτημα της αναιρεσείουσας, αλλά, αφού επικύρωσε την ανωτέρω έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης, διέταξε την εξακολούθηση της κατάσχεσης και φύλαξης των (93) χρυσών μονόλιρων Αγγλίας και (185) χρυσών μισόλιρων Αγγλίας, που κατασχέθηκαν με την από 2/2/2016 έκθεση παραδόσεως και κατασχεσεως από τον Υ/Β’ Κ. Α. του Α.Τ.Καλυμνίων και οι οποίες προσδιορίζονται σ’ αυτήν κατά ημερομηνία κοπής και ανάγλυφης όψης, μέχρις ότου αποφασισθεί από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο το πρόσωπο του δικαιούχου, δεχόμενο ότι υπήρχε αμφιβολία ως τον αριθμό των λιρών και το πρόσωπο του ιδιοκτήμονα. Η αναιρεσείουσα, υπό την προεκτεθείσα ιδιότητα της δικαιούχου των ανωτέρω κατασχεθεισών λιρών άσκησε κατά της ως άνω υπ’ αρ. 483Α/2021 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κω, την υπ’ αρ. 75/2021 έφεσή της ζητώντας την απόδοσή τους. Η έφεση απορρίφθηκε από το δικάσαν αυτήν Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου [Μεταβατική Έδρα Κω], με την προσβαλλόμενη απόφαση. Η εν λόγω απόφαση για να στηρίξει την απορριπτική της ανωτέρω εφέσεως κρίση της δέχθηκε σχετικώς, ότι από την διεξαχθείσα αποδεικτική διαδικασία, και συγκεκριμένα από την ανάγνωση του διατακτικού της ως άνω εκκαλουμένης απόφασης, την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος που εξετάστηκε και την κατάθεση της εκκαλούσας, δεν πείστηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι προαναφερθείσες κατασχεθείσες χρυσές λίρες Αγγλίας ανήκουν στην ιδιοκτησία της αναιρεσείουσας, καθόσον η περιγραφή τους από την τελευταία δεν συμπίπτει με την αναφερόμενη στην ανωτέρω έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης περιγραφή τους, και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα αναφορικά με την κυριότητα αυτών. Έτσι κρίνοντας το ως άνω Εφετείο, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του την επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού από τη συνεκτίμηση και αξιολόγηση των εισφερθέντων αποδεικτικών μέσων δεν οδηγήθηκε σε ασφαλές συμπέρασμα ως προς τον πρόσωπο του ιδιοκτήμονα των κατασχεθεισών λιρών και ορθά απέρριψε την ασκηθείσα από την αναιρεσείουσα έφεση κατά της υπ’ αρ. 483Α/2021 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κω, ο δε περί του αντιθέτου, από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ’ ΚΠΔ, μοναδικός αναιρετικός λόγος είναι αβάσιμος και απορριπτέος, συνακόλουθα δε και η αίτηση αναίρεσης στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα της παρούσας ποινικής διαδικασίας, κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό (άρθρο 578 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την με αριθμό 1/21-7-2022 αίτηση της Β. Κ. του Ι., κατοίκου … για αναίρεση της υπ’ αριθ. 28/2022 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου [Μεταβατικής Έδρας Κω]. Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Ιανουαρίου 2023.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Φεβρουαρίου 2023.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

To Top